Μετάβαση στο περιεχόμενο

Κουέντιν Μασσάις

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Κουέντιν Μασσάις
Χαρακτικό με τη μορφή του Κουέντιν Μασσάις (1675).
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Quinten Massijs (Ολλανδικά)
Γέννησηπερ. 1466
Λέουβεν, Φλάνδρα, Βέλγιο
Θάνατος1530
Αμβέρσα, Φλάνδρα, Βέλγιο
Τόπος ταφήςΚαθεδρικός Ναός της Αμβέρσας
ΚατοικίαΛέουβεν (1486), Αμβέρσα (1491-1530)
ΕθνικότηταΦλαμανδός
Χώρα πολιτογράφησηςΔουκάτο της Βραβάντης
Κάτω Χώρες των Αψβούργων
Εκπαίδευση και γλώσσες
Μητρική γλώσσαΟλλανδικά
Ομιλούμενες γλώσσεςΟλλανδικά[1]
Πληροφορίες ασχολίας
ΙδιότηταΖωγράφος της Βορειοευρωπαϊκής Αναγέννησης
Γνωστός για... τις προσωπογραφίες και τις καρικατούρες του.
Αξιοσημείωτο έργοΤρίπτυχο της Αγίας Άννας, Ο Αργυραμοιβός και η Σύζυγός του, Γκροτέσκα Μορφή Γριάς
Επηρεάστηκε απόΛίφεν φαν Λάτχεμ
Οικογένεια
ΣύζυγοςAlyt van Tuylt, Catherine Heyns
ΤέκναΓιαν Μασσάις[2][3]
Κορνέλις Μασσάις[2][3]
ΓονείςChristina Van Pullaer
ΑδέλφιαCatharina Massys
Joost Massys
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Κουέντιν Μασσάις (ολλανδικά: Quinten Massijs, 1466 - 1530), επίσης γνωστός και ως Κουέντιν Μέτσις[4], ήταν Φλαμανδός ζωγράφος, ένα από το επιφανέστερα μέλη της Σχολής της Αμβέρσας κατά τον 16ο αιώνα. Όντας πιθανώς αυτοδίδακτος, δανείστηκε ελεύθερα στοιχεία από διάφορους καλλιτέχνες, όπως τον ιδιοφυιή Ιταλό Λεονάρντο ντα Βίντσι (1452-1519) και άλλους Φλαμανδούς όπως ο Γιαν βαν Άικ (1395-1441) από τη Μπρυζ, τον Χούγκο φαν ντερ Χους (περ. 1440-1483) από τη Γάνδη και τον Ρόχιερ φαν ντερ Βάιντεν (1399-1464). Συγκέντρωσε επιρροές από όλους του παραπάνω, χωρίς ποτέ να δημιουργήσει πραγματικά ένα αμιγώς προσωπικό στυλ.[5]

Φιλοτέχνησε πολλά έργα για το διάκοσμο Ναών, ωστόσο είναι κυρίως γνωστός για τις προσωπογραφίες του. Η σημαντικότερη συνεισφορά του στην Αναγεννησιακή Τέχνη των Κάτω Χωρών ήταν το γεγονός ότι υπήρξε ο πρώτος καλλιτέχνης που απεικόνισε ανθρώπους ως ελεύθερα σκεπτόμενα άτομα χωρίς αναφορές στη χριστιανική εικονογραφία. Τα πορτραίτα - καρικατούρες του περιλαμβάνον το «Πορτραίτο Άνδρα» (1513, Jacquemart-Andres, Παρίσι) και τη «Γκροτέσκα Μορφή Γριάς» (περ. 1515, Εθνική Πινακοθήκη, Λονδίνο). Πιστεύεται πως ο φίλος του καλλιτέχνη, ο διάσημος Ολλανδός ουμανιστής και θεολόγος Έρασμος (1466-1536), ίσως να τον ενθάρρυνε να θέσει το ταλέντο του στις προσωπογραφίες στην υπηρεσία της ηθικοπλαστικής θρησκευτικής τέχνης. Σε κάθε περίπτωση, τα έργα του συνδυάζουν το σουρεαλισμό του Ιερώνυμου Μπος (1450-1516) με τα επιτηδευμένα χαρακτηριστικά που μπορεί κανείς να δει στους πίνακες του Ντα Βίντσι. Αναμφίβολα το διασημότερο έργο του είναι «Ο Αργυραμοιβός και η Σύζυγός του» (1514, Μουσείο του Λούβρου, Παρίσι). Το σύνθετο αυτό έργο μπορεί να ερμηνευτεί ως απλή ηθογραφία, διπλό πορτραίτο ή θρησκευτική αλληγορία.[5]

Βιογραφικά στοιχεία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Νεανική ηλικία και εκπαίδευση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μασσάις γεννήθηκε στο Λέουβεν, πόλη του σύγχρονου Βελγίου, περίπου το 1466. Οι πληροφορίες που σώζονται για τη νεανική του ηλικία είναι ελάχιστες και πολλές ανήκουν στη σφαίρα της παράδοσης. Υπάρχουν ορισμένες ενδείξεις πως ίσως ξεκίνησε την επαγγελματική του σταδιοδρομία ως σιδεράς.[5] Κοντά στην είσοδο του Καθεδρικού Ναού της Κυρίας Μας στην Αμβέρσα υπάρχει ένα πηγάδι από σφυρήλατο σίδηρο, που σύμφωνα με την παράδοση κατασκευάστηκε από τον ίδιο τον Μέτσις.[6] Σύμφωνα με μία άλλη ανεπιβεβαίωτη παράδοση, εγκατέλειψε το επάγγελμα αυτό όταν ερωτεύτηκε μία νεαρή κοπέλα, η οποία θα θεωρούσε ρομαντικότερο το επάγγελμα του ζωγράφου, παρά εκείνο του τεχνίτη.[7] Λιγότερο ποιητική αλλά πιο ρεαλιστική είναι μια άλλη εκδοχή της ιστορίας: πως ο πατέρας του Κουέντιν, Josse, ήταν ωρολογοποιός και αρχιτέκτονας στο δήμο του Λέουβεν. Κάποια στιγμή τέθηκε το ερώτημα ποιος από τους γιους του θα τον διαδεχόταν στην προσοδοφόρα του επιχείρηση. Τελικά επιλέχθηκε ο μεγαλύτερος αδερφός του Κουέντιν και συνεπώς ο ίδιος στράφηκε στη ζωγραφική.[6]

«Η Παναγία και το Θείο Βρέφος» (β' μισό 15ου αιώνα), Βασιλικά Μουσεία Καλών Τεχνών του Βελγίου, Βρυξέλλες, Βέλγιο.

Δεν διαθέτουμε απτές αποδείξεις για το ποιος υπήρξε δάσκαλος του Μέτσις και ορισμένοι μελετητές των θεωρούν αυτοδίδακτο. Ωστόσο το στυλ του παρουσιάζει συγγένεια με εκείνο του Ντίρικ Μπάουτς (περ.1415–1475), ο οποίος με τη σειρά του έφερε στο Λέουβεν επιρροές από το έργο του Χανς Μέμλινγκ (περ.1430–1494) και του Ρόχιερ φαν ντερ Βάιντεν (1400-1464).[6]

Κατά το μεγαλύτερο μέρος του 15ου αιώνα, τα κέντρα όπου συναθροίζονταν οι καλλιτέχνες των Κάτω Χωρών ήταν οι πόλεις Μπρυζ, Γάνδη και Βρυξέλλες. Το Λέουβεν ήρθε στο προσκήνιο προς το τέλος της περιόδου αυτής, προσφέροντας εργασία σε εργάτες όλων των επαγγελμάτων. Δεν ήταν πριν τις αρχές του 16ου αιώνα που η Αμβέρσα πήρε την πρωτοκαθεδρία απέναντι στις ανωτέρω πόλεις.[6] Ο νεαρός Μασσάις, που έχασε τον πατέρα του στην ηλικία των 15 ετών, ανεξαρτητοποιήθηκε από την οικογένειά του το 1491, έτος κατά το οποίο εντάχθηκε στη Συντεχνία του Αγίου Λουκά στην Αμβέρσα, αποτελώντας έναν από τους πρώτους αξιομνημόνευτους καλλιτέχνες της. Εκεί άνοιξε το προσωπικό του εργαστήριο, το οποίο απασχόλησε τέσσερις μαθητευόμενους από το 1495 έως το 1510.[6][7] Αν και δεν υπάρχουν μαρτυρίες αναφορικά με ταξίδια του Μέτσις, πιστεύεται πως μετέβη κάποια στιγμή στην Ιταλία για να μελετήσει το έργο των Διδασκάλων της Πρώιμης Αναγέννησης. Η υπόθεση προκύπτει από την επιρροή που άσκησε ο Λεονάρντο ντα Βίντσι και άλλοι Ιταλοί στους πίνακές του, αν και υπάρχει επίσης η πιθανότητα να μελέτησε τα έργα τους μέσω εντύπων που κυκλοφορούσαν την εποχή εκείνη στη Βόρεια Ευρώπη.[5]

Οικογένεια και κοινωνική θέση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
«Ecce Homo» (1525), Palazzo Ducale, Βενετία, Ιταλία

Ο Μασσάις νυμφεύθηκε την Alyt van Tuylt αποκτώντας τρία ή έξι παιδιά. Λίγα χρόνια μετά το θάνατό της το 1507, νυμφεύθηκε την Catherine Heyns, που σύμφωνα με ορισμένες πηγές του χάρισε δέκα παιδιά, σύμφωνα με άλλες, επτά. Φαίνεται πως απολάμβανε το σεβασμό των συμπολιτών του. Διατηρούσε δεσμούς φιλίας με τον Ολλανδό ουμανιστή και θεολόγο Έρασμο (1466-1536), καθώς και με τον Ετζίντιο του Βιτέρμπο (1469-1532), Ιταλό καρδινάλιο και ουμανιστή, τα πορτραίτα των οποίων και ζωγράφισε. Δέχτηκε δε την επίσκεψη του Γερμανού Άλμπρεχτ Ντύρερ (1471-1528), κατά τη διάρκεια του διάσημου ταξιδιού του τελευταίου στις Κάτω Χώρες το 1519. Το 1520 εργάστηκε μαζί με άλλους 250 καλλιτέχνες προετοιμάζοντας την υποδοχή του Αυτοκράτορα Καρόλου Ε΄. Το 1524, οπότε και απεβίωσε ο ζωγράφος Γιοάχιμ Πατινίρ (1485-1524), ο οποίος θεωρείται πως μαθήτευσε κάποια στιγμή κοντά στον Μασσάις, ανέλαβε την κηδεμονία των θυγατέρων του. Οι παραπάνω πληροφορίες είναι γνωστές δια μέσου εγγράφουν που επιβιώνουν μέχρι σήμερα.[7][8]

Καλλιτεχνικό ύφος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αυτό που χαρακτηρίζει το έργο του Μασσάις είναι το έντονο θρησκευτικό συναίσθημα, κληροδότημα από προγενέστερες σχολές. Το αίσθημα αυτό διαπνέεται από έναν ρεαλισμό που συχνά αγγίζει το γκροτέσκο. Από το παράδειγμα του φαν ντερ Βάιντεν προέρχεται η σταθερότητα της διάρθρωσης, η σαφής μοντελοποίηση και το λεπτομερές φινίρισμα των λεπτομερειών. Από τους αδελφούς βαν Άικ και από τον Μέμλινγκ, δια μέσου του Μπάουτς, ο λαμπερός πλούτος των διαφανών χρωστικών ουσιών.[6]

Θρησκευτικά θέματα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
«Τρίπτυχο της Αγίας Άννας» (1507-1509), Βασιλικό Μουσείο Καλών Τεχνών, Βρυξέλλες, Βέλγιο.

Το παλαιότερο χρονολογημένο έργο που αποδίδεται στον καλλιτέχνη - ήταν περίπου 40 ετών όταν το δημιούργησε - είναι το «Τρίπτυχο της Αγίας Άννας» (1507-1509, Βασιλικό Μουσείο Καλών Τεχνών, Βρυξέλλες). Αυτό το ασυνήθιστο έργο συνδυάζει επιρροές από διάφορες πηγές και αποτέλεσε παραγγελία της Αδελφότητος της Αγίας Άννης για το παρεκκλήσι τους στο Ναό του Αποστόλου Πέτρου στο Λέουβεν. Η σύνθεση περιλαμβάνει αρχιτεκτονικά στοιχεία της Ιταλίας τοποθετημένα μπροστά σε ορεινό τοπίο με τη χρήση της εναέριας προοπτικής του Ντα Βίντσι. Το θέμα του είναι σύνηθες στην βορειοευρωπαϊκή αναγεννησιακή τέχνη, με μορφές γοτθικού στυλ, που απαλύνονται μέσω των ιταλικών τεχνικών του κιαροσκούρο και του σφουμάτο. Σίγουρα ενισχύει την άποψη πως ο καλλιτέχνης πέρασε κάποιο διάστημα στη Βόρεια Ιταλία.[5] Το κεντρικό τμήμα απεικονίζει την Παρθένο, το Θείο Βρέφος και την Αγία Άννα, με τη Μαρία τη μητέρα του Ιακώβου και τη Μαρία Σαλώμη με τα παιδιά τους. Πίσω από τις κεντρικές μορφές στέκονται τέσσερις άνδρες, κάτω από μια αρχιτεκτονική φαντασία ιταλικού στυλ που έχει εκτελεστεί με τη χρήση του trompe-l'oeil (οφθαλμαπάτη). Η γενική αίσθηση είναι πως πρόκειται για το πορτραίτο μιας πλούσιας και αξιοπρεπούς μεσοαστικής οικογένειας με τους αυστηρούς πατριάρχες της και τις χαριτωμένες γυναίκες της, σαν και εκείνες που μπορούσε κανείς να συναντήσει την εποχή εκείνη στην Αμβέρσα, μια τάξη που δημιουργήθηκε χάρις στην εξέλιξη της πόλης σε ένα από τα σημαντικότερα λιμάνια στην Ευρώπη. Οι πτέρυγες απεικονίζουν την επίσκεψη του αγγέλου στον Άγιο Ιωακείμ και την Κοίμηση της Αγίας Άννης, ενώ το πίσω τμήμα δύο σκηνές από μια δωρεά του ζεύγους στο Ναό της Ιερουσαλήμ.[9]

«Τρίπτυχο του Αγίου Ιωάννη» (1507-1508), Μουσείο Καλών Τεχνών, Αμβέρσα, Βέλγιο.

Η επόμενη παραγγελία μεγάλης κλίμακας που ανέλαβε ήταν «Το Τρίπτυχο του Αγίου Ιωάννη» (1507-1508, Μουσείο Καλών Τεχνών της Αμβέρσας, Koninklijk). Το έργο παρουσιάζει κάτι πολύ χαρακτηριστικό του έργου του Μασσάις: την ικανότητά του να αντιπαραβάλει το κομψό με το γκροτέσκο. Συνδυάζει την ευλάβεια, τη σκληρότητα και τη σάτυρα, όλα ταυτόχρονα.[5] Στο κεντρικό τμήμα το σώμα του Ιησού έχει κατέβει από το Σταυρό και είναι απλωμένο τραγικά αλλά και με χάρη κατά μήκος της σκηνής. Στο βάθος απεικονίζεται ο λόφος Γολγοθάς, με τα λίγα του δένδρα, το Σταυρό και τους εσταυρωμένους ληστές. Η δεξιά πτέρυγα δείχνει τον Άγιο Ιωάννη να βυθίζεται μαρτυρικά σε ένα δοχείο με καυτό λάδι περικυκλωμένος από εξωτικές φιγούρες και γκροτέσκους βασανιστές που γελούν ξέφρενα. Στην αριστερή πτέρυγα η Σαλώμη προσφέρει το κεφάλι του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή στον Ηρώδη.[5]

Τα ωραιότερα έργα του Μέτσις είναι τελικά και τα πιο γαλήνια. Στα έργα «Η Παρθένος και ο Χριστός», «Ecce Homo» και «Mater Dolorosa» (Λονδίνο και Αμβέρσα) αντικατοπτρίζεται μια ήρεμη και αξιοπρεπής μαεστρία, που κερδίζει σε λεπτότητα στα έργα της ωριμότητάς του.[6]

Πορτραίτα και καρικατούρες

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
«Γκροτέσκα Μορφή Γριάς» (περ.1525), Εθνική Πινακοθήκη Λονδίνου, Ηνωμένο Βασίλειο

Παρόλο που τα πορτραίτα του είναι πολύ πιο προσωπικά από εκείνα του Χανς Χόλμπαϊν (1497-1543) ή του Άλμπρεχτ Ντύρερ (1471-1528), το στυλ του Μασσάις επηρεάστηκε και από τους δύο Γερμανούς δεξιοτέχνες. Η επιρροή του Ντα Βίντσι είναι επίσης ανιχνεύσιμη στο έργο του «Η Παρθένος με το Θείο Βρέφος» (περ.1524, Εθνικό Μουσείο, Πόζναν, Πολωνία). Η σύνθεση και οι μορφές είναι εμφανώς αντιγραφή του έργου του Ντα Βίντσι «Η Μαντόνα των Βράχων» (περ. 1483, Μουσείο του Λούβρου, Παρίσι).

Ωστόσο οι πιο αξιομνημόνευτες δημιουργίες του καλλιτέχνη ίσως είναι οι καρικατούρες του. Το πορτραίτο «Γκροτέσκα Μορφή Γριάς», πιθανώς απεικονίζει κάποιο πρόσωπο που υποφέρει από νόσο που έχει σαν αποτέλεσμα μεγάλα και κακοτοποθετημένα οστά.[5] Το έργο αργότερα αποτέλεσε βάση για τον Σερ Τζον Τέννιελ (1820-1914) κατά την εικονογράφηση του μυθιστορήματος «Οι Περιπέτειες της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων». Τα τεράστια αυτιά, οι ρυτίδες και το πιθηκοειδές πρόσωπο τονίζονται ακόμη περισσότερο από το αστείο καπέλο. Το πρόσωπο γίνεται ακόμη πιο απωθητικό εξαιτίας των πλούσιων κοσμημάτων και την αδιακρισία του χαμηλόστηθου φορέματος. Το έργο αποτελεί μια καταπληκτική άσκηση στο γκροτέσκο, μέσω του οποίου ο Μασσάις δεν αναδεικνύεται απλώς εύστοχος και καυστικός κριτής της ανθρώπινης ματαιοδοξίας, αλλά και άξιος πρόδρομος του Γκόγια (1746-1828) και του Πικάσο (1881-1973).[10]

Ένα από τα γνωστότερα σατυρικά του πορτραίτα είναι και «Οι Αταίριαστοι Εραστές» (περ. 1520, Εθνική Πινακοθήκη Τέχνης, Ουάσινγκτον ΝτιΣι) όπου ένας γλοιώδης ηλικιωμένος άντρας θωπεύει μια νεαρή και ελκυστική γυναίκα, ενώ εκείνη του κλέβει το πορτοφόλι. Το θέμα ανάγεται στην αρχαιότητα οπότε και ένας Ρωμαίος ποιητής του 3ου αιώνα π.Χ. προειδοποιεί τους μεγάλους σε ηλικία άντρες να μην γυρεύουν τη συντροφιά νεαρότερων γυναικών. Ο Μέτσις υιοθέτησε το πρόσωπο του γέρου από ένα σχέδιο του Ντα Βίντσι ενός αταίριαστου ζευγαριού (το πρωτότυπο έχει χαθεί και είναι σήμερα γνωστό μέσω ενός αντιγράφου).[5]

Ο Αργυραμοιβός και η Σύζυγός του

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
«Ο Αργυραμοιβός και η Σύζυγός του» (1514), Μουσείο του Λούβρου, Παρίσι, Γαλλία

Το έργο «Ο Αργυραμοιβός και η Σύζυγός του» (1514, Μουσείο του Λούβρου, Παρίσι) αποτελεί πρώιμο παράδειγμα ηθογραφίας, είδος που άνθησε στη Φλάνδρα κατά το 17ο αιώνα. Το ανδρόγυνο φαίνεται βαριεστημένο, καθώς ο άνδρας μετρά τα χρήματά του και η γυναίκα φυλλομετρά ένα βιβλίο με πλούσια εικονογράφηση. Άλλη πιθανή ερμηνεία είναι ότι πρόκειται για θρησκευτική αλληγορία. Η Βίβλος (Παροιμίες, 16:11) μιλά για τη δίκαιη ζυγαριά και το καλό βάρος, ενώ ο Γερμανός φιλόσοφος και θεολόγος Νίκολας της Κιούζα (1401-1464) συγκρίνει το Δημιουργό με ένα τραπεζίτη του οποίου οι αντιπρόσωποι συμπεριφέρονται σαν αργυραμοιβοί. Στο έργο ο Μέτσις χρησιμοποιεί τεχνικές της ιταλικής αναγέννησης και παραδίδει μαθήματα ζωγραφικής νεκρής φύσης. Στο τραπέζι υπάρχει ένα κυρτό κάτοπτρο στο οποίο ο καλλιτέχνης ζωγράφισε τη δική του αντανάκλαση, θυμίζοντας την ανάλογη τεχνική που χρησιμοποίησε ο Γιαν βαν Άικ (περ. 1395-1441) στο «Πορτραίτο των Αρνολφίνι» (1434, Εθνική Πινακοθήκη, Λονδίνο).[5]

Ο Μέτσις απεβίωσε στην Αμβέρσα το 1530. Η αυστηρότητα του θρησκευτικού συναισθήματος του καλλιτέχνη απεδείχθη τελικά θανάσιμη για ορισμένους από τους συγγενείς του: η αδερφή του Αικατερίνη και ο σύζυγός της εκτελέστηκαν στο Λέουβεν το 1543 για το κακούργημα της ανάγνωσης της Βίβλου: εκείνος αποκεφαλίστηκε, εκείνη θάφτηκε ζωντανή στην πλατεία μπροστά στον Καθεδρικό της πόλης.[6]

Οι γιοι του Μασσάις, Γιαν και Κορνέλις, ακολούθησαν το επάγγελμα του πατέρα τους, ενώ ο εγγονός του, Κουέντιν ο νεότερος, υπήρξε καλλιτέχνης στην αυλή της Ελισάβετ Α' της Αγγλίας.

  1. CONOR.SI. 11890787.
  2. 2,0 2,1 (Αγγλικά) Union List of Artist Names. 21  Νοεμβρίου 2017. 500025017. Ανακτήθηκε στις 22  Μαΐου 2021.
  3. 3,0 3,1 (Αγγλικά) ECARTICO. www.vondel.humanities.uva.nl/ecartico/persons/4902. Ανακτήθηκε στις 16  Νοεμβρίου 2023.
  4. Το μικρό του όνομα απαντάται ως Κουίντεν ή Κουέντιν και το επώνυμο και ως Μάσσυς, Μάτσις και Μέτσις.
  5. 5,00 5,01 5,02 5,03 5,04 5,05 5,06 5,07 5,08 5,09 «Quentin Massys (c.1465-1530)», βιογραφία του καλλιτέχνη στον ιστότοπο Visual-arts-cork.com.
  6. 6,0 6,1 6,2 6,3 6,4 6,5 6,6 6,7 «Massys, Quentin» Αρχειοθετήθηκε 2012-01-25 στο Wayback Machine., βιογραφία του καλλιτέχνη στον ιστότοπο Terminartors.com.
  7. 7,0 7,1 7,2 Gillet, Louis (1911).
  8. Massys, Quentin, βιογραφία στην Web Gallery of Art.
  9. «St Anne Altarpiece (central panel)», περιγραφή του έργου στην Web Gallery of Art.
  10. «The Ugly Duchess», πληροφορίες για το έργο στην Web Gallery of Art.
  • Bosschère, M. J. de (1907). «Quentin Metzys», Βρυξέλλες.
  • Friedlander, M.J. & Norden, Heinz (1971). «Quentin Massys», σειρά «Early Netherlndish Painting», Τόμος 7, Praeger.
  • Gillet, Louis (1911). «Quentin Massys», The Catholic Encyclopedia, Τόμος 10, Νέα Υόρκη: Robert Appleton Company.
  • Haverfield, Linda M.B. (1972). «Genre and caricature in the art of Quentin Massys».
  • Mander, Van (1884). «Le Livre des Peintres», Παρίσι: Hymans.
  • Silver, Larry (1984). «The Paintings of Quinten Massys with Catalogue Raisonne», Rowman & Allanheld, ISBN 9780839003229.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]